χτυπάω, εξουθενωμένος, νικάω
ουσιαστικό με παρόμοιες έννοιες, π.χ. χτύπημα, χτύπος (λ.χ. της καρδιάς), o ρυθμός της μουσικής, ο ρυθμός του βηματισμού
Παραδείγματα:
- when you arrive, beat at the door: όταν φτάσεις, χτύπα την πόρτα
- the beat of this musical piece is too slow: ο ρυθμός αυτού του κομματιού είναι πολύ αργός
- U.S. women’s football team beats Japan in the Olympics: η Αμερικανική ομάδα ποδοσφαίρου γυναικών νικάει την Ιαπωνία στους Ολυμπιακούς
- he was beating the meat (slang): αυνανιζόταν (μαλιαρή)
Τελευταία Σχόλια