Το ουσιαστικό του (που εμφανίζεται και σαν επίθετο) χωρίς να διαφέρει πολύ, δεν είναι ακριβώς ίδιο:
choice (n, adj): επιλογή, επιλεγμένο, διαλεγμένο
Παραδείγματα:
It’s hard to choose with such a huge variety.Είναι δύσκολο να διαλέξεις με τόσο μεγάλη επιλογή.
He chose to follow a different direction.Διάλεξε μία διαφορετική κατεύθυνση.
I must choose one of the two.Πρέπει να διαλέξω ένα από τα δύο.
She always chooses her sister over her brother.Πάντα προτιμάει την αδελφή της από τον αδελφό της.
You have a choice: you could either stay here with me or move in with your boyfriend.Μπορείς να διαλέξεις: είτε μένεις εδώ μαζί μου ή μετακομίζεις στου φίλου σου.
It’s your choice.Είναι δικιά σου επιλογή.
I wish I had one more choice.Mακάρι να είχα μια ακόμα ευκαιρία.
This is choice A, USDA beef.Αυτό είναι Α’ διαλογής (Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ) βοδινό (κρέας).
You expect me to account for opinions which you choose to call mine, but which I have never acknowledged. Jane Austen – Pride and Prejudice Περιμένεις να απολογηθώ για θέσεις που λές ότι είναι δικές μου, που όμως εγώ ποτέ δεν αποδέχτηκα (ελεύθ. μετάφραση).
A man cannot be too careful in the choice of his enemies. Oscar Wilde – The Picture of Dorian Gray Κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι αρκετά προσεκτικός διαλέγοντας τους εχθρούς του.
Τελευταία Σχόλια