παρανυχίδα, κάτι σκισμένο διαμήκως σε δύο τουλάχιστον κομμάτια, κάτι που πρέκυψε από ένα τέτοιο σκίσιμο, σκίζω κάτι διαμήκως σε δύο ή περισσότερα κομμάτια
Ομαλό ρήμα: splinter, splintered, splintered, splintering
Παραδείγματα:
Ομαλό ρήμα: splinter, splintered, splintered, splintering
Παραδείγματα:
Τελευταία Σχόλια