Μην το μπερδεύετε με το whet (ομαλό ρήμα whetted, whetted, whetting): οξύνω, διεγείρω
Παραδείγματα:
The floor is still wet
You’d better wet the filter paper before putting it in the coffee machine.Καλύτερα να βρέχεις το φίλτρο πριν το βάλεις στη μηχανή του καφέ.
He is five and still wets his pants.Είναι πέντε (χρονών) κι ακόμα κάνει τα τσίσα του πάνω του.
It is better to wet the brush before you put toothpaste on it.Είναι καλύτερα να βρέχεις την βούρτσα πριν της βάλεις οδοντόπαστα.
The paint is still wet. Don’t touch it yet.Η μπογιά είναι ακόμα υγρή. Μην τ’αγγίζεις ακόμα.
You are all wet. Come inside and change your clothes.Είσαι μούσκεμα. Έλα μέσα κι άλλαξε τα ρούχα σου.
It is raining outside. You’ll get wet unless you take an umbrella with you.Βρέχει έξω. Θα γίνεις μούσκεμα αν δεν πάρεις μαζί σου μια ομπρέλα.
It’s freezing outside and your hair is wet. You’ll definitely catch a cold.Εχει παγωνιά έξω και τα μαλλιά σου είναι μουσκεμένα. Σίγουρα θα κρυώσεις.
It is going to be a wet day. It will be raining all day long.Θα είναι μια υγρή μέρα. Θα βρέχει συνέχεια.
I could see the tears of agony wetting her beautiful faceΜπορούσα να δω τα δακρυα του πόνου να μουσκεύουν το όμορφο πρόσωπό της
It was a wet night, and many groups of young women passed him, with their shawls drawn over their bare heads and held close under their chins to keep the rain out. Charles Dickens – Hard Times Ήταν μια βροχερή νύχτα και πολλές ομάδες νεαρών γυναικών τον προσπέρασαν με τις μαντήλες του τυλιγμένες γύρω από τα (γυμνά) κεφάλια τους και κάτω από τα πηγούνια τους για να προστατευθούν από την βροχή.
curiosity whetted my interest in the subjectη περιέργεια ξύπνησε το ενδιαφέρον με για το θέμα
the smell whetted my appetiteη μυρωδιά μου άνοιξε την όρεξη
Τελευταία Σχόλια